Ψάχνουν για stories οι εισηγμένες
του Στέφανου Κοτζαμάνη Δημοσιεύθηκε: 07:55 - 08/02/12
Ο πιο μεγάλος πονοκέφαλος για δεκάδες εισηγμένες εταιρείες το 2012 δεν είναι η μείωση της ζήτησης στην εγχώρια αγορά, ούτε ενδεχομένως η επιδείνωση των οικονομικών τους αποτελεσμάτων, αλλά το πώς θα χρηματοδοτήσουν τα ομολογιακά και λοιπά τραπεζικά δάνεια που λήγουν μέσα στη χρονιά.
Πριν από την κρίση, η ανανέωση-μετακύλιση των δανείων θα αποτελούσε προφανή λύση για τις πλείστες των περιπτώσεων. Το μόνο που θα εξετάζονταν θα ήταν το νέο επιτόκιο, κάποιες πρόσθετες εγγυήσεις, κ.λπ. Σήμερα ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, με τις τράπεζες να δείχνουν σε μεγάλο βαθμό απρόθυμες να ανταποκριθούν στα αιτήματα των εταιρειών, ακόμη και από επιχειρήσεις που εμφανίζουν θετικές ταμιακές ροές.
Κάποιοι εκτιμούν πως η αρχική απροθυμία των τραπεζών αποσκοπεί απλά στο να «διαμορφώσουν κλίμα», προκειμένου να πετύχουν καλύτερους όρους συνεργασίας (επιτόκια, εγγυήσεις, κ.λπ.). Αυτό ωστόσο αποτελεί μέρος μόνο της αλήθειας, καθώς οι τράπεζες φέτος δείχνουν αποφασισμένες να μειώσουν εκ νέου το υπόλοιπο των δανείων τους προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, λόγω των γνωστών χρηματοδοτικών τους προβλημάτων.
Τα επίσημα στοιχεία άλλωστε δείχνουν ολοένα και επιταχυνόμενη αρνητική πιστωτική επέκταση από μήνα σε μήνα. Μόνο το Δεκέμβριο το υπόλοιπο όλων των δανείων μειώθηκε κατά 0,8% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, φτάνοντας σε ετήσια βάση το 3,2% (από 2,4%).
Και επειδή το -3,2% στα δάνεια αφορά το μέσο όρο της οικονομίας, ας πάμε να δούμε πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα το 2011 για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που «πέρασαν δύσκολα» και άρα είχαν μεγαλύτερη ανάγκη τον τραπεζικό δανεισμό: -6,6% στους αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες και ατομικές επιχειρήσεις, -7,4% στις κατασκευές, -6% στο εμπόριο...
Αν κάποιος συνεκτιμήσει, πως κάποια νέα δάνεια δίδονται σε διάφορες «πράσινες αναπτύξεις», ή σε εταιρείες του δημόσιου τομέα, τότε αντιλαμβάνεται πως η πίεση προς τους υπόλοιπους «παίκτες» της αγοράς εντείνεται ακόμη περισσότερο. Χαρακτηριστικό της όλης κατάστασης είναι πως το ομολογιακό δάνειο του ΟΤΕ που λήγει το 2015 αποτιμάται σήμερα κάτω από το «30» (discount άνω του 70%!).
Οι αισιόδοξοι θέλουν να πιστεύουν πως αν όλα πάνε καλά και ομαλοποιηθεί η κατάσταση στο μακροοικονομικό μέτωπο, τότε θα μπορούσαν να επιστρέψουν στις τράπεζες έως 30 δισ. ευρώ από αυτά που «δραπέτευσαν» κατά την τελευταία διετία και σε συνδυασμό με την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και μια βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το πρόβλημα να αμβλυνθεί σημαντικά. Οι περισσότεροι ωστόσο θεωρούν ένα τέτοιο σενάριο ιδιαίτερα αισιόδοξο.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις σπεύδουν να εξετάσουν το σενάριο της στρατηγικής συνεργασίας τους με distress funds και private equities που εδώ και κάτι μήνες «οργώνουν» την Ελλάδα, προσπαθώντας να εντοπίσουν ευκαιρίες μέσα στην κρίση. Και φυσικά, οι managers των ελληνικών επιχειρήσεων προσπαθούν να παρουσιάσουν στα ξένα funds ένα «καλό story», (μια… «καλή ιστορία») προκειμένου να καταστήσουν τις εταιρείες τους πιο ελκυστικές στους υποψήφιους… γαμπρούς!
Η ευκολότερη περίπτωση είναι το «εξαγωγικό story», δηλαδή η επένδυση σε μια εταιρεία που έχει έδρα μέσα στην Ευρωζώνη, που διαθέτει τις υποδομές, που βλέπει το κόστος εργασίας να μειώνεται συνεχώς και που θα απευθύνεται σε ξένες αγορές, οι οποίες δεν έχουν επηρεαστεί από την κρίση. Αν όλα αυτά συνδυαστούν με ένα -μικρό έστω- «κούρεμα δανείων» και από ένα τίμημα κατώτερο της λογιστικής αξίας, τόσο το καλύτερο για τον αγοραστή.
Μια άλλη συχνή κατηγορία επιχειρημάτων που «σερβίρεται» για την προσέλκυση ξένων επενδυτών είναι το «story του επιζήσαντα», δηλαδή η αγορά σε χαμηλή αποτίμηση μιας εταιρείας που έχει τα εχέγγυα -ιδίως μετά την κεφαλαιακή ένεση του επιζητούμενου deal- να επιβιώσει σε έναν κλάδο από τον οποίον πολλοί ανταγωνιστές θα αναγκαστούν να αποχωρήσουν λόγω της κρίσης (άρα θα έχουν σαφώς μεγαλύτερο αγοράς, που θα καρπωθούν κυρίως όταν η οικονομία ξεκινήσει και πάλι να ανακάμπτει).
Ένα άλλο story που προβάλλεται από πολλές εταιρείες είναι αυτό της «αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων». Πρόκειται για εταιρείες που διαθέτουν ακίνητη περιουσία, η οποία -θεωρητικά τουλάχιστον- θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για βιολογικούς καθαρισμούς, για εναλλακτικές πηγές ενέργειας, για τουριστικούς λόγους, κ.λπ.
Τέλος, ένα από τα διάφορα stories που εμφανίζονται είναι αυτό των κλάδων που θα πρέπει να αναπτυχθούν άμεσα προκειμένου η ελληνική οικονομία να καταφέρει να εξισορροπήσει και στη συνέχεια να ανακάμψει.
Τέτοιοι κλάδοι για παράδειγμα, είναι ο κατασκευαστικός (αυτοχρηματοδοτούμενοι οδικοί άξονες, διαχείριση απορριμμάτων, κ.λπ.), ο κλάδος της πληροφορικής (software για έργα με στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής, την περιστολή δαπανών στην υγεία, τη φύλαξη των ελληνικών συνόρων, κ.λπ.).
|